Δέκα ημέρες διαπραγμάτευσης για το αμερικανικό χρέος
Φωτογραφία αρχείου
Φωτογραφία αρχείου

Δέκα ημέρες διαπραγμάτευσης για το αμερικανικό χρέος

Η συνάντηση που είχαν το βράδυ της Παρασκευής οι Δημοκρατικοί και οι Ρεπουμπλικάνοι σχετικά με την αύξηση του ορίου δανεισμού των ΗΠΑ, κατέληξε για άλλη μια φορά σε αδιέξοδο.

Παρά ταύτα, μετά τις συνομιλίες ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν αν και δεν παρέλειψε να χαρακτηρίσει «απαράδεκτες» τις τελευταίες προτάσεις των Ρεπουμπλικανών, εντούτοις δήλωσε πρόθυμος να μειώσει τις δαπάνες και να προβεί σε φορολογικές προσαρμογές προκειμένου να επιτευχθεί η συμφωνία.

Ως στήλη θεωρούμε αυτή τη δήλωση ενδεικτική των διαθέσεων του Αμερικανού Προέδρου.

Όπως ενδεικτική των προθέσεων του ήταν και η δήλωση του από τη Χιροσίμα της Ιαπωνίας όπου συμμετείχε στη σύνοδο κορυφής των G7:«Εξακολουθώ να πιστεύω πως θα φανούμε ικανοί να αποφύγουμε μια στάση πληρωμών».

Το σενάριο άλλωστε στην περίπτωση που δεν επιτευχθεί η συμφωνία είναι κάτι παραπάνω από ...καταστροφικό για να αποτελέσει πεδίο επιλογής.

Η Αμερικανίδα υπουργός Οικονομικών Τζάνετ Γέλεν έχει ενημερώσει πλήρως για το μέγεθος της καταστροφής, αποκαλύπτοντας την Κυριακή ότι αν δεν συμφωνήσει το Κογκρέσο να αυξηθεί το ανώτατο όριο του αμερικανικού χρέους, τότε θα πρέπει να γίνουν «δύσκολες επιλογές» σχετικά με το ποιοι λογαριασμοί θα μείνουν απλήρωτοι. 

Bλέπετε, οι πιθανότητες να καταφέρει η κυβέρνηση να συγκεντρώσει αρκετά έσοδα ώστε να είναι συνεπής με τις υποχρεώσεις της έως τις 15 Ιουνίου -ημερομηνία κατά την οποία αναμένονται φορολογικά έσοδα- είναι αρκετά χαμηλές.

Τουτέστιν, αν και δεν υπάρχει ακριβή x-date, χωρίς αύξηση του πλαφόν στο χρέος τα χρήματα του αμερικανικού κράτους για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων του δύσκολα θα είναι επαρκή μέχρι τις 15 Ιουνίου.(σ.σ: Αυτό βέβαια μας λέει πολλά για τις πολύτιμες ισορροπίες στις οποίες στηρίζεται το σύγχρονο χρηματοπιστωτικό σύστημα και οι εθνικοί προϋπολογισμοί).

Η Γέλεν εδώ και περίπου έναν μήνα προειδοποιεί ότι οι ΗΠΑ ενδέχεται να αθετήσουν τις υποχρεώσεις τους ήδη από την 1η Ιουνίου, εξέλιξη που θα προκαλέσει εκτεταμένο οικονομικό χάος. 

Σύμφωνα με το Συμβούλιο Οικονομικών Συμβούλων του Λευκού Οίκου μια χρεοκοπία θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια οικονομική ύφεση, τόσο σοβαρή όσο η Μεγάλη Ύφεση, με 8 εκατ. Αμερικανούς να χάνουν τη δουλειά τους και την αξία του χρηματιστηρίου να πέφτει κατά περίπου 45%. 

Από την πλευρά τους οι Ρεπουμπλικάνοι είναι διατεθειμένοι να ψηφίσουν υπέρ της άρσης του ανώτατου ορίου χρέους προκειμένου η αμερικανική κυβέρνηση να καλύψει τις δεσμεύσεις δαπανών που έχουν ήδη εγκριθεί από το Κογκρέσο και να αποφευχθεί η χρεοκοπία, αλλά επιδιώκουν τη συμφωνία για μελλοντικές περικοπές δαπανών, καθότι το αμερικανικό χρέος έχει ήδη ξεπεράσει τα 31,4 τρισ. δολάρια. 

Για να είμαστε ακριβοδίκαιοι οι Ρεπουμπλικάνοι δεν αξιώνουν κάτι παράλογο. Βλέποντας το «βουνό» του αμερικανικού χρέους να ψηλώνει ολοένα και περισσότερο πιστεύουν ότι θα ήταν καλό να γίνουν περικοπές στις ομοσπονδιακές δαπάνες. 

Άλλωστε ας μην ξεχνάμε ότι το κόστος αυτού του χρέους δεν είναι πλέον το ίδιο, καθότι ο κύκλος έχει αλλάξει και διανύουμε πλέον φάση σύσφιξης.

Το ζητούμενο βέβαια είναι να βρεθεί η ισορροπία μεταξύ της έντασης αυτών των περικοπών και του προσανατολισμού τους, γιατί ας μην ξεχνάμε ότι διανύουμε μια ευαίσθητη περίοδο αύξησης των επιτοκίων που ήδη αρχίζει να έχει ορατές επιπτώσεις στην οικονομία. 

Μια «απότομη» μείωση των δαπανών λοιπόν όπως ζητούν οι Ρεπουμπλικάνοι θα προσφέρει ένα επιπλέον σοκ, αυτό της δημοσιονομικής σύσφιξης, πάνω σε εκείνο της νομισματικής σύσφιξης. 

Πιστεύουμε λοιπόν ότι αν οι Ρεπουμπλικάνοι προσαρμόσουν τις απαιτήσεις τους σε μια «μείωση των δαπανών» από μια «απότομη μείωση των δαπανών», τότε θα εξασφαλισθεί ένα καλό υπόβαθρο σύγκλισης.

«Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα» από τη Moody’s

Δεν είναι μόνο η Γέλεν που προειδοποιεί δραματικά για τις επιπτώσεις της αδυναμίας να επιτευχθεί μια συμφωνία για το ταβάνι του αμερικανικού χρέους. 

Η Moody’s πριν περίπου δύο μήνες είχε «τρέξει» προσομοιώσεις σύμφωνα με τις οποίες ακόμη και μια σύντομη παραβίαση του ορίου χρέους θα εξάχνωνε σχεδόν ένα εκατομμύριο θέσεις εργασίας, θα εκτίνασε το ποσοστό της ανεργίας από το 3,4% στο 5% ενώ θα χανόταν ένα σημαντικό μέρος των συνταξιοδοτικών αποταμιεύσεων και της περιουσίας των Αμερικανών πολιτών. 

Από την άλλη, όμως, η Moody’s προειδοποίησε ότι και η περικοπή των κρατικών δαπανών που ζητούν οι Ρεπουμπλικάνοι δεν είναι μια εύκολη υπόθεση, καθώς αν ξεπεράσουν το μέτρο θα μπορούσαν να πυροδοτήσουν το 2024 μια ύφεση που θα κοστίσει στην οικονομία 2,6 εκατομμύρια θέσεις εργασίας και θα ανεβάσει το ποσοστό ανεργίας κοντά στο 6%.

Δεδομένων των τεράστιων διακυβευμάτων, η Moody’s Analytics προέτρεψε τους νομοθέτες να αποφύγουν το παιχνίδι με το χρέος των ΗΠΑ. Toυτέστιν, να βρεθεί μια μέση οδός που θα εξασφαλίσει το τέλος της διαμάχης για το όριο του χρέους.

Χρέη παντού και για όλους

Το θρίλερ γύρω από το όριο του αμερικανικού χρέους γεννά πολλές προεκτάσεις αν διαβάσει κανείς ταυτόχρονα την τελευταία έκθεση του Ινστιτούτου Διεθνών Χρηματοοικονομικών, IIF. 

Το αμερικανικό χρέος είναι σχεδόν το 10,3% του παγκόσμιου χρέους, το οποίο κατά το πρώτο τρίμηνο του 2023 αυξήθηκε κατά 8,3 τρισ. δολάρια και σκαρφάλωσε στα 304,9 τρισ. δολάρια.

Πρόκειται για το υψηλότερο επίπεδο από το πρώτο τρίμηνο του 2022 και το δεύτερο υψηλότερο επίπεδο όλων των εποχών σε τριμηνιαία βάση.

Οι προβληματισμοί και του IIF επικεντρώνονται στο σημαντικά πλέον υψηλότερο κόστος εξυπηρέτησης αυτού του χρέους και στο γεγονός ότι αναμένεται να αυξηθεί ταχύτατα.

Πιο συγκεκριμένα και σύμφωνα με όσα αναφέρει το IIF στην τριμηνιαία του έκθεση: «Το παγκόσμιο χρέος είναι σήμερα 45 τρισ. δολάρια υψηλότερο από τα προ της πανδημίας επίπεδα και αναμένεται ότι θα συνεχίσει να αυξάνεται με ταχύ ρυθμό».

Τουλάχιστον είναι εξαιρετικά σημαντικό ότι μειώθηκε η αναλογία χρέους προς ΑΕΠ. Αφού κορυφώθηκε κοντά στο 360% το 2021, η αναλογία χρέους προς ΑΕΠ σταθεροποιήθηκε κοντά στο 335%, αν και παραμένει πάνω από τα προ πανδημίας επίπεδα.

Το ΙΙF αναγνωρίζει ότι η μείωση των κρατικών δαπανών δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση εξαιτίας της γήρανσης του πληθυσμού, του αυξανόμενου κόστους της υγειονομικής περίθαλψης και των αυξανόμενων αμυντικών δαπανών ως απόρροια των γεωπολιτικών εντάσεων. 

Την ίδια στιγμή η ταχύτατη άνοδος των επιτοκίων έχει σημαντικό αντίκτυπο στους ισολογισμούς των τραπεζών, με τον φόβο εξάπλωσης της κρίσης των περιφερειακών τραπεζών των ΗΠΑ να οδηγεί επιπλέον σε εκροές των καταθέσεων. 

Λαμβάνοντας όμως υπόψη τον ρόλο των περιφερειακών τραπεζών στις πιστώσεις, οι ανησυχίες για την ρευστότητά τους θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε απότομη συρρίκνωση των χορηγήσεων δανείων σε ορισμένους κλάδους της οικονομίας.

Σε απλά ελληνικά αυτό που μας λέει το ΙΙF είναι ότι τα χαμηλά επιτόκια που είχαν υποστηρίξει μέχρι τώρα τη χρηματοδότηση δεν υφίστανται πλέον. Αρχίζουν λοιπόν τα δύσκολα, ειδικά από την πλευρά των πιστώσεων για τα δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο, τα οποία θα είναι πιο δύσκολο να εξυπηρετηθούν και σε συνδυασμό με τη χαμηλή ανάπτυξη, δεν αποκλείεται να οδηγήσουν σε εταιρικές αθετήσεις πληρωμών. Αυτές οι εξελίξεις σε συνδυασμό με την κρίση εμπιστοσύνης για τον περιφερειακό τραπεζικό κλάδο των ΗΠΑ μπορεί να μας οδηγήσουν σε νέες περιπέτειες.

Τέλος, το IIF υπογραμμίζει και ένα θέμα το οποίο μπορεί στο μέλλον να το δούμε στις πρώτες γραμμές των ειδήσεων: Πρόκειται για την αύξηση των δραστηριοτήτων στον χώρο του σκιώδους τραπεζικού συστήματος, το οποίο εκπροσωπεί σήμερα περισσότερο από το 14% των χρηματοοικονομικών αγορών.

Το μεγαλύτερο μέρος της αύξησης του μάλιστα προέρχεται από την απότομη εξάπλωση των επενδυτικών funds στις ΗΠΑ. Αυτή την λεπτομέρεια καλό είναι να την έχουμε στο πίσω μέρος του μυαλού μας.

Αποποίηση Ευθύνης

Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά,συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.