Πόσο βαθιά μπορούν να βουτήξουν οι αγορές
Shutterstock
Shutterstock

Πόσο βαθιά μπορούν να βουτήξουν οι αγορές

Οι αγορές πάνω από όλα είναι ψυχολογία. Αν και θα ήταν πιο δίκαιο να βασίζονται αυστηρά και μόνο στα fundamentals, η υπερβολικά καλή επενδυτική ψυχολογία πολλές φορές  «κουκουλώνει» τις κακές ειδήσεις και διογκώνει τις αποτιμήσεις και εκείνων ακόμα των περουσιακών στοιχείων που θα έπρεπε να αποτιμώνται σαφώς χαμηλότερα. 

Αντίθετα, η υπερβολικά κακή ψυχολογία λειτουργεί σαν μεγεθυντικός φακός που όχι μόνο μπορεί να διογκώσει ένα πρόβλημα, αλλά ακόμα και να λειτουργήσει σαν μαγνήτης,  συσσωρεύοντας όλες τις «κακές» ειδήσεις των μονόστηλων που μέχρι σήμερα περνούσαν απαρατήρητες, σ’ένα τεράστιο σμήνος μαύρων κύκνων πάνω από τις αγορές που συμπαρασύρουν ακόμα και  τίτλους με εξαιρετικά καλά θεμελιώδη.

Διανύουμε λοιπόν μια περίοδο που η κατάρρευση των τριών αμερικανικών τραπεζών προκάλεσε ένα πρώτο σοκ στην μέχρι πρότινος –ίσως και πέραν του δέοντος σε κάποιες περιπτώσεις -καλή επενδυτική ψυχολογία. 

Η εξαιρετικά άμεση και εύστοχη αντίδραση της αμερικανικής κυβέρνησης, σε απόλυτο συντονισμό με την Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ προκειμένου να προστατέψουν τον θεμέλιο λίθο του σύγχρονου χρηματοπιστωτικού συστήματος, την τραπεζική πίστη, κατάφερε να ηρεμήσει όχι μόνο τους Αμερικανούς καταθέτες αλλά και τις αγορές.

Οι τελευταίες όμως δεν ήταν έτοιμες για ένα δεύτερο κακό νέο -δεν χρησιμοποιούμε την λέξη σοκ καθότι η κατάσταση της Credit Suisse κοντεύει να καταντήσει ένα «χρόνιο πρόβλημα» - τόσο σύντομα από τον ίδιο νευραλγικό κλάδο.

Υποδέχθηκαν λοιπόν την ετήσια έκθεση της Credit Suisse, με πραγματικό πανικό. 

Τι αναφερόταν σε αυτή την έκθεση; Ότι στις οικονομικές καταστάσεις του 2021 και του 2022 εντοπίστηκαν ουσιώδεις αδυναμίες στην αξιολόγηση κινδύνου στις οικονομικές καταστάσεις της τράπεζας, καθότι ο  εσωτερικός έλεγχος του ομίλου στη χρηματοοικονομική πληροφόρηση δεν ήταν αποτελεσματικός. 

Η νέα αναθεώρηση  προκλήθηκε από τις ανησυχίες που εξέφρασαν οι ρυθμιστικές αρχές των ΗΠΑ και η επανεκτίμηση των εσωτερικών ελέγχων της τράπεζας συνέπεσε με τη δυσμενή γνώμη της λογιστικής εταιρείας PwC σχετικά με την αποτελεσματικότητα των εσωτερικών ελέγχων του ομίλου. 

Παρά το γεγονός ότι η  τράπεζα διευκρίνησε ότι οι δηλώσεις της για τα έτη 2022, 2021 «παρουσιάζουν αρκετά» την οικονομική της κατάσταση και ο Διευθύνων Σύμβουλος  της Credit Suisse βεβαίωσε με συνέντευξή του ότι η βάση ρευστότητας της τράπεζας είναι «πολύ ισχυρή» και «εκπληρώνει και με το παραπάνω όλες τις ρυθμιστικές απαιτήσεις», εντούτοις  οι αγορές έδειξαν πλήρη δυσανεξία σε μια είδηση που, αν δεν είχε προηγηθεί η κατάρρευση μιας αμερικανικής τράπεζας από τη μία ημέρα στην άλλη και η μετάδοση του πανικού και  σε άλλες περιφερειακές τράπεζες των ΗΠΑ, πιθανότατα να είχε περάσει στα «ψιλά γράμματα».

Βέβαια το γεγονός ότι χθες υπήρξε για ώρες μια εκκωφαντική σιγή τόσο από την Κεντρική Τράπεζα της Ελβετίας, όσο και από τη Finma την ελβετική ρυθμιστική αρχή, πολλαπλασίασε τον δείκτη μεταδοτικότητας του πανικού σχεδόν σε όλες τις διεθνείς αγορές. 

Η   Credit Suisse αναγκάστηκε να απευθύνει αίτημα τόσο στην Κεντρική Τράπεζα της Ελβετίας όσο και στη Finma, προκειμένου  να προβούν σε μια καθησυχαστική δήλωση δημοσίως για την ευρωστία της τράπεζας.

Τόσο η  Κεντρική Τράπεζα, όσο και η κυβέρνηση της χώρας λογικά πρέπει να έχουν πλήρη επίγνωση ότι τυχόν απώλειες από τους κατόχους καταθέσεων θα κατέστρεφαν τη φήμη της Ελβετίας ως χρηματοπιστωτικού κέντρου. Προσωπική άποψη της στήλης είναι ότι η ψυχολογία της επενδυτικής κοινότητας θα είχε προστατευθεί πολύ περισσότερο, αν η  Κεντρική Τράπεζα της Ελβετίας έκανε αρκετές ώρες νωρίτερα τη δήλωση στην οποία προέβει το βράδυ της Τετάρτης. 

Αυτό ήταν το πρώτο «φάουλ», σε σχέση με την άμεση συντονισμένη και ορθή διαχείριση των ρυθμιστικών αρχών από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού λίγες μόλις μέρες νωρίτερα. 

Βέβαια «κάλιο αργά παρά ποτέ». Η Κεντρική Τράπεζα της Ελβετίας σε κοινή δήλωση της με τη ρυθμιστική αρχή των χρηματοπιστωτικών αγορών δήλωσε το βράδυ της Τετάρτης  ότι  θα παράσχει ρευστότητα στην Credit Suisse «εάν χρειαστεί». Τα δύο ιδρύματα ανέφεραν επίσης  ότι η Credit Suissse «ευθυγραμμίζεται με τις απαιτήσεις κεφαλαίου και ρευστότητας που ισχύουν για τις συστημικές τράπεζες».

 Η καθυστέρηση της πρωτοβουλίας της ΕΚΤ να ζητήσει από τα τραπεζικά ιδρύματα που βρίσκονται υπό την εποπτεία της, να ενημερώσουν  για τυχόν οικονομικά ανοίγματά τους στην Credit Suisse ήταν το δεύτερο φάουλ, καθότι αυτή η κίνηση θα έπρεπε να έχει γίνει αρκετά νωρίτερα, κατά την άποψη της στήλης πάντα. 

Φτάνοντας λοιπόν στο κομβικό ερώτημα για το πόσο βαθιά μπορεί να είναι η τρέχουσα διόρθωση, η απάντηση χωρίζεται σε δύο σκέλη.

-Σε  βραχυπρόθεσμο ορίζοντα το βάθος της διόρθωσης θα εξαρτηθεί από την εγρήγορση ή όχι των ελβετικών και ευρωπαϊκών αρχών να προστατέψουν έγκαιρα  την τραπεζική πίστη. 

Η χθεσινή δημόσια δήλωση έστω και αν καθυστέρησε είναι ένα ικανοποιητικό βήμα προς αυτή την κατεύθυνση. 

Η Λαγκάρντ επίσης σήμερα θα έχει την ευκαιρία να  «σώσει ένα μέρος της παρτίδας» αν καταφέρει να «επικοινωνήσει» σωστά τις διαφορές μεταξύ του ευρωπαϊκού τραπεζικού κλάδου και των τραπεζών των ΗΠΑ όσον αφορά τα επίπεδα ρευστότητας, τις κατανομές στο  επενδυτικό χαρτοφυλάκιο και τα εργαλεία διευκόλυνσης της ρευστότητας που χρησιμοποιούνται ενεργά στην Ευρώπη, ενώ στις ΗΠΑ  τέθηκαν μόλις την Κυριακή σε εφαρμογή μέσω του προγράμματος τραπεζικής χρηματοδότησης BTFP από τις ρυθμιστικές αρχές.

-Σε μακροπρόθεσμο όμως ορίζοντα και ανεξάρτητα από τις ενδιάμεσες ανοδικές ανάπαυλες,  η διόρθωση θα είναι αρκετά βαθιά, ειδικά για κάποιους κλάδους που είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένοι στην αύξηση των επιτοκίων και  έχουν «κρυφά αποθέματα μόχλευσης».

Μια ματιά σε ένα πολύ πιθανό μέλλον

Η υποχώρηση που επιβάλει η επιμονή του πληθωρισμού από τα πολυετή αντισυμβατικά μέτρα των Κεντρικών Τραπεζών δεν είναι ούτε μια εύκολη υπόθεση, ούτε μια υπόθεση που μπορεί να εξελιχθεί γρήγορα. 

Ο ισολογισμός για παράδειγμα της Fed έχει ξεχειλώσει ξεπερνώντας  τα 8,8 τρις. Δεν είναι εύκολο να μαζευτεί από τη μια μέρα στην άλλη ούτε  η αναπροσαρμογή και η ανατιμολόγηση του ρίσκου μπορεί να γίνει αναίμακτα σε όλα τα περουσιακά assets.

Σε απλά ελληνικά,  το πλαγιοκαθοδικό κανάλι των αγορών το οποίο έχει ξεκινήσει από το 2022, ούτως ή άλλως θα ήταν εν εξελίξει το 2023. Απλά τα γεγονότα των τελευταίων ημερών έδωσαν στα διαγράμματα στην παρούσα φάση μια πολύ μεγαλύτερη και άρα «επώδυνη» κλίση με τον πανικό να συμπαρασύρει σε πτωτική δίνη σχεδόν όλους τους κλάδους.

Όσο μεγαλύτερο ρίσκο ενέχει ένα asset, τόσο μεγαλύτερη κλίση θα εμφανίζει το πτωτικό του κανάλι όταν «σκάει» ένα κακό νέο που ενέχει συστημικούς κινδύνους.

Κακές ειδήσεις δυστυχώς μπορούν να προκύψουν από πολλά μέτωπα στην παγκόσμια οικονομία. Θυμηθείτε για παράδειγμα τα ήδη «σκληρά» μαθήματα που έχουμε πάρει σχετικά με την ανάγκη προετοιμασίας για ξαφνικές αναλήψεις πελατών από τον κλάδο των ψηφιακών νομισμάτων, ακόμα και  των stablecoins που είναι συνδεδεμένα με παραστατικά νομίσματα.

Ακόμα και η είδηση ότι δύο  από τα μεγαλύτερα παγόβουνα στον κόσμο αποκολλήθηκαν από την παγοκρηπίδα όσο και να μας φαίνεται σήμερα περίεργο, μπορεί να προκαλέσει εξαιρετικά μεγάλα προβλήματα στην παγκόσμια οικονομία εν καιρώ.

Αν και κανείς δεν ασχολείται αυτή τη στιγμή με την είδηση, υπάρχει ανησυχία ότι παρασύρονται προς περιοχές όπου θα μπορούσαν να επηρεάσουν τη ναυτιλία, την αλιεία και την άγρια ζωή. (σ.σ:Υπάρχουν φόβοι ότι θα μπορούσαν να κινηθούν ανατολικά προς τη Νότια Γεωργία και να «κολλήσουν» στα ρηχά νερά της ηπειρωτικής υφαλοκρηπίδας της, ή ενδεχομένως να κατευθυνθούν προς τις κοντινές νησίδες που είναι γνωστές ως Shag Rocks).

Δεδομένου του μεγέθους τους, ακόμη και μικρές απώλειες στα στρώματα πάγου θα μπορούσαν να έχουν παγκόσμιες συνέπειες. Εκτός από την άνοδο της στάθμης των θαλασσών, το λιωμένο νερό θα επιβράδυνε την παγκόσμια κυκλοφορία των ωκεανών, ενώ οι μεταβαλλόμενες ζώνες ανέμων μπορεί να επηρεάσουν το κλίμα στο νότιο ημισφαίριο.

Δύσκολοι καιροί λοιπόν που απαιτούν ψυχραιμία, μελέτη και προσεκτικές κινήσεις.

Αποποίηση Ευθύνης

Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά,συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.