Τατουάζ εμπνευσμένα από τα σκίτσα, τις αυτοπροσωπογραφίες και την υπογραφή του, θα «παράγονται» στο πρόσφατα ανακαινισμένο μουσείο του δασκάλου στο Άμστερνταμ.
Ένας Ρέμπραντ στο χέρι σου

Ένας Ρέμπραντ στο χέρι σου

Τατουάζ εμπνευσμένα από τα σκίτσα, τις αυτοπροσωπογραφίες και την υπογραφή του, θα «παράγονται» στο πρόσφατα ανακαινισμένο μουσείο του δασκάλου στο Άμστερνταμ.

Αν δεν μπορείς να αποκτήσεις έναν Ρέμπραντ, μπορείς να τον κάνεις τατουάζ. Αυτό φαίνεται ότι είναι το «μότο» του Μουσείου «Rembrandt House» στο Άμστερνταμ, που θα φιλοξενήσει από 19-25 Ιουνίου ένα ιδιότυπο εργαστήριο με τον εξαιρετικά εύγλωττο τίτλο «The Poor Man's Rembrandt Project». Στο σπίτι-εργαστήριο του σπουδαίου δημιουργού, σύγχρονοι Ολλανδοί μάστορες του τατουάζ πρόκειται να μεταφέρουν συνθέσεις του, όχι στον καμβά ή στο χαρτί, αλλά στο σώμα όσων ονειρεύονται να «γίνουν» Ρέμπραντ.

Μετά από εκτεταμένες ανακαινιστικές εργασίες, το μουσείο άνοιξε ξανά τον Μάρτιο και ξεκινά ένα φιλόδοξο πρόγραμμα φιλοξενίας καλλιτεχνών. «Ο Ρέμπραντ δεν ζούσε απλώς εκεί και δούλευε τα έργα του, αλλά δίδασκε σε μαθητές του», δήλωσε στον Guardian η υπεύθυνη του μουσείου, Μίλου Χάλμπερσμα, που οραματίστηκε εκ νέου την ιδέα του εργαστηρίου για δημιουργούς που συνομιλούν με την τέχνη του παρελθόντος.

Προτεινόμενα σχέδια για τατουάζ από συνθέσεις του Ρέμπραντ

Αρχικά, λοιπόν, το μουσείο κάνει την έκπληξη και θα φιλοξενήσει τον ερχόμενο μήνα τους tattoo artists, Χαν Σιφμάχερ (Henk Schiffmacher) που υπογράφει ως Hanky ​​Panky και τον Τίχο Βελντόεν (Tycho Veldhoen). Ηγετική φυσιογνωμία στην κοινότητα του τατουάζ εδώ και 45 χρόνια, ο 70χρονος Σιφμάχερ είναι γνωστός ως ο «βασιλιάς του τατουάζ στο Άμστερνταμ».

Βεβαίως, η δράση του δεν περιορίστηκε στα σύνορα των Κάτω Χωρών. Έχει περάσει από τις πιο σημαντικές διοργανώσεις δερματοστιξίας παντού στον κόσμο, ενώ δεν είναι ξένος στα μουσεία - είχε εκθέσει στο Musée du Quai Branly στο Παρίσι και στο Βασιλικό Μουσείο του Οντάριο στο Τορόντο.

Καθιστός ο γηραιότερος των καλλιτεχνών Χανκ Σιφμάχερ γνωστός και ως ο Βασιλιάς του τατουάζ στο Άμστερνταμ

«Ένας παλιός συνάδελφος κάποτε χαρακτήρισε το τατουάζ “Ρέμπραντ του φτωχού”, γιατί ένα έργο τέχνης που είναι πιο προσιτό από τον πίνακα με την υπογραφή ενός Δασκάλου, δεν διαθέτει λιγότερη φροντίδα και χάρη», δήλωσε ο Σιφμάχερ.

Πέρα από την υπερβολή που μπορεί κάποιος να βλέπει στα λεγόμενα του δεξιοτέχνη στο τατουάζ, το βέβαιο είναι ότι εκεί που ο Ρέμπραντ εφάρμοσε τη βελόνα του σε χάλκινες πλάκες για να δημιουργήσει τα χαρακτικά του, το δίδυμο Σιφμάχερ και Βελντόεν μεταχειρίζεται το δέρμα ως πλάκα χαρακτική (που δε σηκώνει καμία διόρθωση).

Πιστοί στον τίτλο του εγχειρήματος, οι καλλιτέχνες κοστολογούν το έργο τους από 100 έως 250 ευρώ, ανάλογα με το σχέδιο. Πολλοί είναι αυτοί που έσπευσαν να κλείσουν ραντεβού στο μουσείο, προσφέροντας το μπράτσο ή άλλο σημείο του σώματός τους για ένα «μουσειακό» τατουάζ.

Οι συμμετέχοντες μπορούν να επιλέξουν από μια ποικιλία σχεδίων εμπνευσμένων από τον Ρέμπραντ, τις περίφημες αυτοπροσωπογραφίες του, λεπτομέρειες από χαρακτικά του, ένα σχέδιο του ίδιου του Μουσείου Ρέμπραντ, ακόμη και την υπογραφή του.

Αυτοπροσωπογραφίες του Ρέμπραντ σε χαρακτικά που μπορούν να γίνουν τατουάζ

Ο Ολλανδός ζωγράφος βρισκόταν στο απόγειο της δόξας του όταν αγόρασε το 1639 με δόσεις το σπίτι του στην εβραϊκή συνοικία του Άμστερνταμ (στο κέντρο της παλιάς πόλης). Είκοσι χρόνια μετά, ωστόσο, μην μπορώντας να το αποπληρώσει, αναγκάστηκε να δηλώσει χρεοκοπία και να το πουλήσει μαζί με τα ζωγραφικά και χαρακτικά του έργα.

Η υπογραφή και η οικία Ρέμπραντ σε σχέδιο για τατουάζ

Οι σημερινοί επισκέπτες μπορούν και το απολαμβάνουν σχεδόν στη μορφή που είχε το 1839, χάρη στο επίπονο έργο των διαχειριστών του, που κατάφεραν να το επιπλώσουν ξανά, συμβουλευόμενοι τη λεπτομερή λίστα που είχε συντάξει ο ίδιος με τα αντικείμενα που πουλούσε για να ξεπληρώσει τους δανειστές του. Πέρα, όμως, από την ατμόσφαιρα της εποχής, είναι σημαντικό που το σπίτι του Ρέμπραντ γίνεται και πάλι ζωντανός χώρος δημιουργίας, υπηρετώντας την πρόκληση που θέτουν οι άνθρωποι του μουσείου: «να φτάσει στην επόμενη γενιά».