Οι εξαγγελίες υπερφορολόγησης ανησυχούν τους επενδυτές
Shutterstock
Shutterstock

Οι εξαγγελίες υπερφορολόγησης ανησυχούν τους επενδυτές

Δύο μέρες έχουν μείνει μόνο μέχρι τις εκλογές και οι πολίτες, μαζί τους και οι επενδυτές, ξέρουν λίγο πολύ τι περιλαμβάνουν τα προεκλογικά προγράμματα των κομμάτων. Ξέρουν και τι από αυτά τους αρέσει ή τους προβληματίζει, τους ενθουσιάζει ή τους φοβίζει. Στην περίπτωση των επενδυτών, δεν είναι καθόλου δύσκολο να εντοπίσουμε τι είναι αυτό που τους ανησυχεί. Ή μάλλον τι τους ανησυχεί σχετικά με το χρηματιστήριο και τις επενδύσεις τους.

Η επιβολή κάποιων «ανώτατων συντελεστών κερδοφορίας», η σημαντική αύξηση του συντελεστή φορολόγησης των μερισμάτων που διανέμουν οι επιχειρήσεις, η έκτακτη φορολόγηση των «υπερκερδών» σε κάποιους επιχειρηματικούς τομείς. Όλα αυτά περιλαμβάνονται σαφώς μέσα στα οικονομικά προγράμματα δύο εκ των τριών μεγαλύτερων (σύμφωνα τουλάχιστον με τις συγκλίνουσες εκτιμήσεις) πολιτικών κομμάτων. 

Θα ξεκινήσουμε από εκεί που τα πράγματα είναι πιο ξεκάθαρα, δηλαδή από τη φορολογία των μερισμάτων που διανέμουν οι επιχειρήσεις στους μετόχους τους. Το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ προβλέπει τον διπλασιασμό του συντελεστή από το 5% στο 10% για μερίσματα που υπερβαίνουν ετησίως τα 50.000 και την κλιμάκωσή του στο 15% για υψηλότερα μερίσματα, χωρίς όμως να είναι σαφές πως θα γίνει η κλιμάκωση.

Το πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ προβλέπει άμεσο τριπλασιασμό του σχετικού συντελεστή από το 5% στο 15% και πηγαίνει και πιο μακριά, καθώς αναφέρει πως σταδιακά θα πρέπει να φτάσει τους συντελεστές που ισχύουν για τη φορολόγηση της μισθωτής εργασίας. Η εφαρμογή αυτών των προγραμμάτων προφανώς θα μειώσει την τελική μερισματική απόδοση όλων των επιχειρήσεων που εδρεύουν στην χώρα μας.

Ειδικότερα για τις εισηγμένες στο χρηματιστήριο επιχειρήσεις, θα τις κάνει λιγότερο ελκυστικές για τους Έλληνες επενδυτές, πράγμα που λογικά θα οδηγήσει και σε μία χαμηλότερη αποτίμησή τους, με αρνητικές συνέπειες στην αξία των χαρτοφυλακίων των ιδιωτών αλλά και των θεσμικών επενδυτών που διαχειρίζονται κεφάλαια Ελλήνων πολιτών, όχι κατ’ ανάγκην μεγάλης οικονομικής επιφάνειας. 

Ένα άλλο σημείο που δεν αρέσει καθόλου στους επενδυτές και τις αγορές είναι αυτό που αναφέρεται στην φορολόγηση των «υπερκερδών» επιχειρήσεων σε ορισμένους τομείς της οικονομίας. Το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ - ΠΣ αναφέρει πως θα φορολογηθούν άμεσα με συντελεστή 90% τα «υπερκέρδη» των ενεργειακών εταιρειών και των διυλιστηρίων.

Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του κόμματος, από αυτήν την έκτακτη φορολόγηση θα εισπραχθούν 3,5 δισεκατομμύρια ευρώ, αν και ορισμένα στελέχη του έχουν αναφερθεί σε ακόμα μεγαλύτερα ποσά. Το αντίστοιχο πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ - ΚΙΝΑΛ είναι λίγο πιο γενικό και αναφέρεται σε έκτακτη φορολόγηση των «υπερκερδών» των τραπεζών και των μεγάλων επιχειρήσεων σε μονοπωλιακούς τομείς της οικονομίας, χωρίς λεπτομέρειες σχετικά με τους φορολογικούς συντελεστές.

Η υψηλή φορολογία δεν αρέσει ποτέ στους επενδυτές, ειδικά όταν είναι έκτακτη και έρχεται αμέσως μετά από περίοδο πολλών ζημιογόνων εταιρικών χρήσεων, πράγμα που ισχύει στην περίπτωση των τραπεζών ή ακολουθεί μία έντονα ζημιογόνο περίοδο όπως ισχύει στην περίπτωση των διυλιστηρίων που υπέστησαν σημαντικότατα πλήγματα κατά την διάρκεια της πανδημίας. 

Μία άλλη κατηγορία εξαγγελιών είναι αυτή που αναφέρεται, έμμεσα ή άμεσα, σε υποχρεωτικό περιορισμό των περιθωρίων κέρδους μερικών επιχειρήσεων. Το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ προβλέπει τη θέσπιση ανώτατου συντελεστή κέρδους ύψους 5% στον ενεργειακό τομέα. Το αντίστοιχο πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ αναφέρεται στην θέσπιση ανώτατης τιμής στην λιανική ενέργεια, κάτι που ουσιαστικά θα σημαίνει και διοικητικό περιορισμό της κερδοφορίας των επιχειρήσεων σε αυτόν τον κλάδο.

Ίσως αυτά τα δύο εξαγγελθέντα μέτρα να είναι αυτά που προκαλούν την μεγαλύτερη ανησυχία γιατί συνεπάγονται μόνιμο περιορισμό της κερδοφορίας αυτών των επιχειρήσεων, κάτι που πιθανότατα θα οδηγήσει και στον περιορισμό των επενδύσεων που κάνουν αυτές οι εταιρείες. Όσο λιγότερη είναι η απόδοση μίας νέας επένδυσης τόσο μικρότερη είναι και η πιθανότητα πραγματοποίησής της. Ειδικά στον τομέα της ενέργειας, κάτι τέτοιο θα έχει πολύ αρνητικές συνέπειες διότι η χώρα μας έχει ανάγκη από επενδύσεις πολύ μεγάλου ύψους στα πλαίσια της ενεργειακής μετάβασης. 

Οι επενδυτές, όχι μόνον οι χρηματιστηριακοί, είναι βέβαιο πως δεν χαίρονται καθόλου διαβάζοντας και ακούγοντας όλα αυτά, καθώς η πιθανότητα συμμετοχής αυτών των κομμάτων στην επόμενη κυβέρνηση δεν είναι αμελητέα, στην περίπτωση μάλιστα του ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ θεωρείται και αρκετά πιθανή.

Πέρα όμως από τις αρνητικές συνέπειες των παραπάνω ξεκάθαρων προγραμματικών θέσεων για το χρηματιστήριο και γενικότερα τους επενδυτές, πολύ αρνητικές εντυπώσεις και ακόμα μεγαλύτερη ανησυχία προκαλούν ορισμένες δηλώσεις στελεχών σχετικά με το τι πρόκειται να κάνει το κόμμα τους. Αυτές οι δηλώσεις προκαλούν άμεσα σάλο και στην συνέχεια διαψεύδονται από την ηγεσία του κόμματος. Η ανησυχία όμως παραμένει, καθώς οι επενδυτές, όπως άλλωστε και η κοινή γνώμη, θεωρούν πως στην περίπτωση ανάληψης της εξουσίας κάτι τέτοιες απόψεις θα «μπουν από το παράθυρο».

Πιο πρόσφατο αλλά εξαιρετικά χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό με τις δηλώσεις υψηλόβαθμου στελέχους του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ σχετικά με την πιθανή επαναφορά της σύνδεσης του ύψους των ασφαλιστικών εισφορών των ελεύθερων επαγγελματικών με το εισόδημά τους, πράγμα που αν γίνει θα φέρει κατακόρυφη αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών για πολύ μεγάλο αριθμό επαγγελματιών.

Ο θόρυβος που προκλήθηκε προκάλεσε την δημόσια διάψευση αυτού του ενδεχομένου από τον πρόεδρο του κόμματος αλλά είναι βέβαιο πως αρκετοί ελεύθεροι επαγγελματίες είναι ακόμα θορυβημένοι. Το συγκεκριμένο παράδειγμα μπορεί να μην είναι αμιγώς φορολογικού χαρακτήρα και επενδυτικού ενδιαφέροντος, αλλά σίγουρα βαραίνει το επενδυτικό κλίμα και κάνει πολλούς να αναρωτιούνται ποια είναι η πραγματικότητα σχετικά με τα κομματικά προγράμματα. 

Το καλό είναι πως έχει μείνει μόνο μία ακόμα ημέρα προεκλογικού αγώνα και οι πιθανότητες να ακουστεί κάτι που θα προκαλέσει ανησυχία ή σοκ για τους επενδυτές και την αγορά είναι μάλλον περιορισμένες. Αυτό δεν σημαίνει όμως πως έχουν ξεχάσει ό,τι έχουν ακούσει μέχρι τώρα.