Χρηματιστήριο Αθηνών: Νέοι Στόχοι, νέα άνοδος
Shutterstock
Shutterstock

Χρηματιστήριο Αθηνών: Νέοι Στόχοι, νέα άνοδος

Οι 1.379 μονάδες του Γενικού Δείκτη είναι το υψηλό του 2014, αποτελώντας ένα σημαντικό ψυχολογικό επίπεδο. Ταυτόχρονα οι 1.375 μονάδες είναι ο νέος στόχος που έχει θέσει η Goldman Sachs για το Χρηματιστήριο Αθηνών.

Εξαιρετικά κοντινοί στόχοι. Που ο πρώτος βασίζεται στην ψυχολογική αποτίναξη των δεινών και πιέσεων που έχει περάσει το χρηματιστήριο από το 2014 και ο δεύτερος βασίζεται στα θεμελιώδη δεδομένα και τις προοπτικές που υπολογίζει με τον δικό της ψυχρό τρόπο η Goldman Sachs. 

Τι βλέπουν οι αναλυτές της Goldman Sachs; Αναθεωρούν κατ’ αρχάς τον προηγούμενο και ξεπερασμένο στόχο τους για τον Γενικό Δείκτη που βρισκόταν στις 1.200 μονάδες. Έτσι παρά την κατά σχεδόν 43% άνοδο της αγοράς από τις αρχές του 2023, προβλέπουν πως ο Γενικός Δείκτης δικαιούται μιας ακόμα ανόδου της τάξης των 70 μονάδων. Και αυτό δεν είναι κάτι το αυθαίρετο. Η Goldman Sachs εκτιμά πως με βάση τα αναμενόμενα οικονομικά αποτελέσματα του 2023, το σύνολο των μετοχών της αγοράς θα παρουσιάσει άνοδο στα κέρδη ανά μετοχή της τάξης του 7% και στα μερίσματα ανά μετοχή της τάξης του 4%.

Την ίδια στιγμή ο δείκτης τιμής προς κέρδη (P/E) για τις μετοχές που συμπεριλαμβάνονται στον δείκτη MSCI Greece, δηλαδή η Eurobank, η Mytilineos, η Alpha Bank, η Εθνική Τράπεζα, ο OTE, η Jumbo, ο ΟΠΑΠ, η ΔΕΗ, η Motor Oil και η Τέρνα Ενεργειακή βρίσκεται στο 8,5 τη στιγμή που το αντίστοιχο Ρ/Ε για το σύνολο των αναδυόμενων αγορών στις οποίες συμπεριλαμβάνεται η Ελλάδα βρίσκεται στο 12. Με βάση αυτήν εκτίμηση για το Ρ/Ε, ο Γενικός Δείκτης δικαιούται ένα επιπλέον +41%, εάν και εφόσον το Ρ/Ε αποτελεί το μοναδικό κριτήριο αξιολόγησης.

Στον ίδιο χορό των υψηλών προοπτικών και συγκεκριμένα των τραπεζικών μετοχών συμμετέχει και η JP Morgan, με τις τιμές στόχους να υπόσχονται μια άνοδο της τάξης του +20%. Ο Γενικός Δείκτης του Χρηματιστηρίου Αθηνών ήταν και είναι δεικτοβαρής και παραμένει σε απόλυτες τιμές εκεί που ήταν και το 2014.

Παρ’ όλο που οι περισσότερες μετοχές καταγράφουν νέα πολυετή ή ιστορικά υψηλά απομακρυσμένες από τις δύσκολες εκείνες εποχές. Ενώ οι τράπεζες παρά τις αλματώδεις ανόδους που παρουσιάζουν στο ταμπλό και την εξυγίανση των λογιστικών τους καταστάσεων υποφέρουν ακόμα.

Για να καταλάβουμε καλύτερα τι συμβαίνει και πως επηρεάζεται ο Γενικός Δείκτης τον Ιούλιο του 2014 η μετοχή της Εθνικής Τράπεζας βρισκόταν στα 380 ευρώ, της Alpha Bank στα 31,75 ευρώ, της Eurobank στα 36 ευρώ και της Τράπεζας Πειραιώς στα 52.393 ευρώ. Αυτό σημαίνει πως το Χρηματιστήριο Αθηνών θα έπρεπε ήδη να αποτιμάται πολύ πιο ψηλά, αλλά τα βαρίδια των τραπεζικών ανακεφαλαιοποιήσεων το έχουν κρατήσει χαμηλά, συγκριτικά με το παρελθόν. 

Ο, τι έγινε, έγινε. Ουδείς αγοράζει μετοχές για το χθες. Αλλά μόνο για το σήμερα και περισσότερο για το αύριο. Οπότε η επενδυτική κοινότητα είναι στραμμένη στα αποτελέσματα που θα εμφανίσουν οι μετοχές για το εξάμηνο που έτρεξε. Ώστε να φανεί αν οι μετοχές ανταποκρίνονται στις εκτιμήσεις και στις προσδοκίες των αναλυτών και αν δικαιολογούν τις αποτιμήσεις και τις τιμές που τους έχουν δώσει οι επενδυτές.

Εν μέσω θέρους το Χρηματιστήριο Αθηνών, θα περάσει μέσα από το test των αποτελεσμάτων του Α’ εξαμήνου και από το stress test των τραπεζών. Τα πρώτα tests θα αφορούν όπως προαναφέραμε την πιστοποίηση της προεξόφλησης των οικονομικών μεγεθών των εισηγμένων εταιρειών και τα δεύτερα stress tests θα επιβεβαιώσουν την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών, που θα απελευθερώσει τις μαγικές λέξεις: «διανομή - τραπεζικών - μερισμάτων».

Είναι λοιπόν τόσο απλά τα πράγματα; Φυσικά και όχι! Διότι την ίδια στιγμή που η Goldman Sachs πλέκει τα εγκώμια για το Χρηματιστήριο Αθηνών και τους δείκτες του, σε ανάλυση της αναφέρεται στον κίνδυνο του «flat and fat» στα χρηματιστήρια παγκοσμίως. Δηλαδή την πλοήγηση ανάμεσα σε ένα συγκεκριμένο εύρος τιμών, σαν αποτέλεσμα της επιβράδυνσης της παγκόσμιας ανάπτυξης και της αναθεώρησης των κερδών προς τα κάτω.

Επομένως, η ματιά των επενδυτών στις αγορές πρέπει να είναι 180ο για να παρακολουθούν και τα μηνύματα από τις μητροπολιτικές αγορές. Διότι όπως έχει δείξει η ιστορία, στις πτώσεις τα κεφάλαια αποχωρούν ταχύτατα από τις περιφερειακές αγορές για να κατευθυνθούν προς τα μεγάλα μητροπολιτικά χρηματιστήρια.