Ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Γερμανίας Γιόακιμ Νάγκελ τόνισε πως η χώρα του ξεπέρασε την ενεργειακή κρίση και έχει τη δύναμη να ανακάμψει από το διπλό «σοκ» της πανδημίας και του πολέμου.
Στο μεταξύ, το ΔΝΤ προέβλεψε την Τρίτη ότι το γερμανικό ΑΕΠ θα συρρικνωθεί κατά 0,1% το 2023, αποτελώντας τη δεύτερη χειρότερη επίδοση μεταξύ των μεγάλων οικονομιών πίσω από το Ηνωμένο Βασίλειο, προτού αυξηθεί κατά 1,1% το 2024.
Στο επίκεντρο των ανησυχιών σχετικά με τις οικονομικές προοπτικές της Γερμανίας και γενικά της Ευρώπης το 2022 ήταν το ενδεχόμενο μιας ενεργειακής κρίσης, καθώς η Ευρώπη προσπαθεί να περιορίσει την εξάρτησή της από το ρωσικό φυσικό αέριο.
Η γερμανική παραγωγή μειώθηκε κατά 0,4% το τέταρτο τρίμηνο και αναμένεται να συρρικνωθεί εκ νέου το πρώτο τρίμηνο του 2023, εισερχόμενη σε τεχνική ύφεση.
Ο Νάγκελ δήλωσε στο CNBC στο περιθώριο της εαρινής συνόδου του ΔΝΤ ότι είναι «πιο θετικός από το ΔΝΤ» και δεν βλέπει ύφεση φέτος.
«Η γερμανική οικονομία απέδειξε πολλά τις τελευταίες εβδομάδες και μήνες, οπότε η ικανότητα προσαρμογής της γερμανικής βιομηχανίας είναι αρκετά υψηλή, η ενεργειακή κρίση έχει λίγο πολύ επιλυθεί. Επομένως, είχαμε μια πραγματικά ανησυχητική κατάσταση στο παρελθόν, αλλά αυτό έχει πλέον τελειώσει και οι προοπτικές είναι καλές», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Σύμφωνα με τον Νάγκελ, τα βήματα προόδου που έκανε η Γερμανία στον εφοδιασμό με LNG, όχι από τη Ρωσία, αλλά και η αυξημένη αποθήκευση - που προέκυψε από τη χωρητικότητα που δημιουργήθηκε κατά τη διάρκεια του ήπιου χειμώνα - σημαίνει ότι η οικονομία της χώρας είναι σε καλή θέση για να αντέξει και την επόμενη ψυχρή περίοδο.
Όσον αφορά στον πληθωρισμό, σημείωσε πως το γεγονός πως επιμένει να είναι ψηλά δείχνει ότι το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ πρέπει να προχωρήσει περαιτέρω στη σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής.
«Αυτό που είναι επίσης σημαντικό για μένα, είναι πως περάσαμε από κάποια αβεβαιότητα λόγω της αναταραχής στις χρηματοπιστωτικές αγορές τις τελευταίες πέντε εβδομάδες και τώρα πρέπει να μάθουμε ποιος ήταν ο αντίκτυπος από αυτό, και πρέπει να περιμένουμε τα εισερχόμενα στοιχεία μέχρι την επόμενη συνεδρίασή μας τον Μάιο και τότε θα δούμε», δήλωσε.