Εισηγμένες: Τρεις αναγνώσεις των αποτελεσμάτων του 2022
Shutterstock
Shutterstock

Εισηγμένες: Τρεις αναγνώσεις των αποτελεσμάτων του 2022

Με τα αποτελέσματα πλέον του 2022 να αποτελούν παρελθόν μπορούμε να κάνουμε κάποιες βασικές διαπιστώσεις για τη γενική εικόνα των ισολογισμών των εισηγμένων εταιριών.

Η πρώτη αφορά την αποτίμηση τους. Στο σύνολο των εταιριών που η αγορά παρακολουθεί με ανάλυση, έχει δηλαδή εκτιμήσεις για τη μελλοντική πορεία των κερδών, οι 30 εταιρίες δείχνουν ότι θα έχουν ένα μέσο ΡΕ 12,7 φορών χωρίς τη συνεισφορά σημαντικών εκτάκτων που ήταν ένας αστερίσκος στην περυσινή δημοσίευση.

Με την τρέχουσα κεφαλαιοποίηση η μερισματική απόδοση κινείται στο 4,5% η οποία είναι ικανοποιητική αφού βρίσκεται πάνω από την απόδοση των εντόκων γραμμάτιων και πολύ παραπάνω από μια προθεσμιακή κατάθεση. Άρα σε όρους ελκυστικότητας η αγορά έχει μικρό σχετικά περιθώριο υποχώρησης με βάση τα θεμελιώδη μεγέθη που είδαμε, αλλά και τα μεγέθη που αναμένουμε για το 2023. 

Το δεύτερο στοιχείο που έχει ενδιαφέρον είναι ο βαθμός μόχλευσης των εισηγμένων εταιριών. Ο συνολικός δανεισμός αυξήθηκε κατά 4% στα 40,55 δισ. ευρώ με το μεγαλύτερο μέρος του (78%) να αποτελεί μακροπρόθεσμα κεφάλαια (31,6 δισ. ευρώ), το οποίο αξιολογείται θετικά ως προς την ποιότητα των κεφαλαίων που συμμετέχουν στη δημιουργία απόδοσης για το μέτοχο.

Σε ένα περιβάλλον αύξησης επιτοκίων με άγνωστη διάρκεια παραμονής το σύνολο των εισηγμένων έδειξε όχι μόνο μείωση δανεισμού σε σχέση με την καθαρή θέση (ίδια προς ξένα κεφάλαια), αλλά και μείωση της μόχλευσης σε σχέση με τα λειτουργικά κέρδη. Από το 0,65 η σχέση ιδίων προς ξένα κεφάλαια υποχώρησε στο 0,60, ενώ αν αφαιρεθούν διυλιστήρια και ΔΕΗ η σχέση διαμορφώνεται σε 0,5626 έναντι 0,597 το 2021. Σε όρους λειτουργικών κερδών η μείωση είναι ακόμα πιο έντονη λόγω της αύξησης των λειτουργικών κερδών σε επίπεδα ρεκόρ (1,62 από 2,16 φορές και 1,52 από 1,92 φορές χωρίς ΔΕΗ και διυλιστήρια).

Οι 32 εταιρίες που δεν έχουν πρακτικά δανεισμό διατηρούν καθαρή ρευστότητα 1,93 δισ. ευρώ σε ένα σύνολο ταμειακής ρευστότητας 2,6 δισ. ευρώ. Χαρακτηριστικότερη περίπτωση είναι η Intracom Συμμετοχών η οποία διαπραγματεύεται κάτω από την αξία των μετρητών (156 εκατ. ευρώ) που έχει στο ταμείο της, τη στιγμή που πυκνώνουν οι φήμες για επικείμενη πώληση θυγατρικής που θα αυξήσει περαιτέρω την καθαρή ταμειακή θέση. Η εξυπηρέτηση του δανεισμού εκτός από την άνεση της χρηματοδότησης νέων επενδύσεων βοηθάει και την ποιότητα των τραπεζικών χαρτοφυλακίου κρατώντας χαμηλά τις καθυστερήσεις. 

Η τρίτη διαπίστωση έχει να κάνει με την καθαρή απόδοση των ιδίων κεφαλαίων. Μέχρι πολύ πρόσφατα οι εισηγμένες είχαν μια αναιμική απόδοση που δεν ξεπερνούσε το 5%. Ένας από τους λόγους ήταν η παρουσία πολλών και σημαντικά ζημιογόνων εταιριών. Από το 4,18% της περυσινής χρονιάς οι εισηγμένες σχεδόν τετραπλασίασαν την απόδοση των ιδίων κεφαλαίων τους φθάνοντας στο 15,6%, μια απόδοση που προκύπτει μετά τους φόρους και την αποπληρωμή των τόκων των δανείων τους. Πρόκειται για ένα άκρως δελεαστικό κόστος ευκαιρίας που δηλώνει υποδειγματική διαχείριση πόρων ή έστω πολύ καλύτερη διαχείριση από ότι έχουμε δει στο παρελθόν. 

Όλες οι παραπάνω διαπιστώσεις έχουν το επενδυτικό τους αποτύπωμα: Εξηγούν σε μεγάλο βαθμό γιατί η ελληνική αγορά παραμένει ανοδική παρά τις όποιες αναταράξεις επικρατούν στο εξωτερικό περιβάλλον. Και απ' ό,τι φαίνεται η αντοχή αυτή θα έχει και συνέχεια.