Ο «made in UK» πληθωρισμός φοβίζει τις αγορές
Shutterstock
Shutterstock

Ο «made in UK» πληθωρισμός φοβίζει τις αγορές

Χωρίς τέλος μοιάζει να είναι ο καλπασμός του πληθωρισμού στη Μ. Βρετανία, προκαλώντας ανησυχίες ότι τα επιτόκια θα διατηρηθούν στα υψηλά τους για περισσότερο καιρό, έτσι ώστε να καταπολεμηθεί το φαινόμενο.

Με αυτόν τον τρόπο, όμως, θα επιδεινωθεί περαιτέρω η τρομακτική κρίση που βιώνουν οι Βρετανοί και αντανακλάται στο συνεχώς αυξανόμενο κόστος διαβίωσης, το οποίο ροκανίζει τα διαθέσιμα εισοδήματα. Ο δείκτης τιμών καταναλωτή βρίσκεται από τον περασμένο Ιούλιο πάνω από το 10% (με εξαίρεση το 9,9% του Αυγούστου) και πάνω από το 9% από τον Απρίλιο του 2022, ολοκληρώνοντας στην ουσία ένα δωδεκάμηνο… επικίνδυνης ακρίβειας για τη βρετανική οικονομία. 

Το πόσο επικίνδυνη είναι η ακρίβεια φαίνεται στα ακόλουθα στοιχεία: Οι Βρετανοί βρίσκονται αντιμέτωποι με την ταχύτερη ετήσια αύξηση των τιμών σε τρόφιμα και ποτά από το 1977. Οι τιμές στη συγκεκριμένη κατηγορία αγαθών έχουν αυξηθεί συνολικά κατά 25% την τελευταία διετία. Με άλλα λόγια, σε 24 μήνες αυξήθηκαν όσο είχαν αυξηθεί τα προηγούμενα 13 χρόνια!

Η Bank of England πρέπει να δράσει έγκαιρα και αποτελεσματικά. Αποτέλεσμα είναι να αναθεωρούνται οι προβλέψεις για το τελικό επιτόκιο, με τις νέες εκτιμήσεις να το τοποθετούν στο 4,75%. Παράλληλα, αυξάνονται οι φωνές που υποστηρίζουν ότι το φαινόμενο του επίμονου πληθωρισμού (sticky inflation) μπορεί να πλήξει για μεγάλο χρονικό διάστημα τις τιμές των τροφίμων, δυσκολεύοντας ακόμη περισσότερο τη ζωή για τα χαμηλότερα εισοδήματα.

Για τις αγορές, η περίπτωση της Μ. Βρετανίας είναι κάτι σαν ηχηρό «καμπανάκι». Μήπως και άλλες μεγάλες κεντρικές τράπεζες όπως η Fed και η ΕΚΤ, αποφασίσουν να κινηθούν ακόμη πιο επιθετικά στο θέμα των επιτοκίων για να μη βρεθούν στη θέση της BoE; Μία τέτοια εξέλιξη θα έκανε πιο πιθανό το σενάριο της ύφεσης και κάπως έτσι θα άλλαζαν ξανά οι παραδοχές πάνω στις οποίες γίνονται προβλέψεις και λαμβάνονται επενδυτικές αποφάσεις. 

Αυτό που φοβίζει τις αγορές μετά τη χθεσινή ανακοίνωση των στοιχείων για τον πληθωρισμό στη Μ. Βρετανία δεν είναι τόσο το 10,1% αλλά το γεγονός ότι για δεύτερο συνεχόμενο μήνα ο πληθωρισμός εμφανίζεται υψηλότερος των προσδοκιών. Αναλυτές της Citi εκτιμούν ότι πλέον έχει αυξηθεί σημαντικά ο κίνδυνος υπερβολικής σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής, κάτι που δεν αποκλείεται να δούμε και σε ευρύτερη κλίμακα, εκτός της Τράπεζας της Αγγλίας. 

Η υπερβολική σύσφιξη θα προκαλέσει σοβαρά προβλήματα στην οικονομική δραστηριότητα και προς το τέλος του 2023, ενδεχομένως τον Νοέμβριο, η BoE θα προχωρήσει στην πρώτη μείωση των επιτοκίων για να εξισορροπήσει κάπως την κατάσταση με την παρατεταμένη ύφεση, σημειώνει η Citi

Για την πραγματική οικονομία, οι εξελίξεις δεν είναι ευοίωνες. Πέρσι τέτοια εποχή, ήταν οι τιμές των καυσίμων που πυροδοτούσαν την άνοδο του πληθωρισμού, στον απόηχο της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Σήμερα, ο πληθωρισμός των τροφίμων καλπάζει με ρυθμό 19,1%, επιδεινώνοντας τη βαθιά κρίση που βιώνει η Μ. Βρετανία. Και όπως είναι αναμενόμενο, η μεγάλη ακρίβεια στα τρόφιμα πλήττει περισσότερο τα φτωχότερα νοικοκυριά που ξοδεύουν μεγαλύτερο ποσοστό του εισοδήματός τους για την αγορά βασικών αγαθών. Η ακρίβεια στα τρόφιμα αναγκάζει την Citi να αναθεωρήσει επί τα χείρω την πρόβλεψη για τον πληθωρισμό στο τέλος του 2023, στο 3% έναντι 2,7% προηγουμένως. 

Την ίδια ώρα, τα μηνιαία έξοδα για στέγαση και πληρωμή λογαριασμών νερού και ενέργειας, αυξάνονται κατά 26,1% σε ετήσια βάση. Η τιμή της ζάχαρης έχει εκτιναχθεί 42,1% τον τελευταίο χρόνο, των γαλακτοκομικών προϊόντων και των αυγών κατά 29,7% και των ζυμαρικών κατά 24,1%.

Να πούμε εδώ ότι οι Βρετανοί εκτός από τις επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία και της ενεργειακής κρίσης, τα προβλήματα στις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες και τους υπόλοιπους παράγοντες που δίνουν ώθηση στον πληθωρισμό, έχουν να αντιμετωπίσουν και τα δικά τους ζητήματα - εμπόδια που σχετίζονται με το Brexit. Στο Νησί έχει επινοηθεί, επίσης, ο όρος «greedflation» για να περιγράψει τις αυξήσεις των τιμών που οφείλονται στην αισχροκέρδεια αν και οι παραγωγοί επιμένουν ότι οι αυξήσεις στις πρώτες ύλες και στο κόστος παραγωγής είναι αυτές που συντηρούν τον πληθωρισμό.